Μερικοί "κριτικοί" τής Αγίας Γραφής, καθώς εξετάζουν τις χρονολογίες περί την γέννηση τού Χριστού, νομίζουν ότι βρήκαν... "λαβράκι"! Λένε λοιπόν, ότι η αφήγηση τών Ευαγγελίων είναι ανακριβής, επειδή ο Χριστός δεν γεννήθηκε τότε που προσδιορίζει η Χριστιανική αφετηρία χρονολόγησης. Όμως με μια προσεκτικότερη ματιά, όχι μόνο τα Ευαγγέλια βγαίνουν αξιόπιστα, αλλά ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΙ ακόμα περισσότερο λόγω τής εξαιρετικής χρονολογικής ακριβείας τους!
Η αντίρρηση τών λεγομένων "κριτικών" τής Αγίας Γραφής, είναι εν συντομία η εξής:
"Δεν έχουμε άλλη ιστορική επιβεβαίωση για την απογραφή που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που έγινε στη γέννηση τού Χριστού. Μάλιστα ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει την απογραφή αυτή αρκετά χρόνια αργότερα. Τότε όμως, ήδη ο Ηρώδης είχε πεθάνει. Άρα έχουμε αντίφαση. Και ακόμα, δεν ήταν πρακτικό να γίνει απογραφή με μετακίνηση πληθυσμών στην πατρίδα τους".
Όπως θα δούμε όμως στη συνέχεια, τα παραπάνω είναι εντελώς ανυπόστατα. Αντιθέτως, αποδεικνύουν την αφήγηση τής Αγίας Γραφής, αξιόπιστη!
Οι συχνές απογραφές
Είναι σήμερα γνωστή η απογραφή που αναφέρει ο Λουκάς στο 2/β΄ 1-3 η οποία αν και είχε ορισθεί από τη Ρώμη για το 9-8 π.Χ., έγινε τελικά το 6 π.Χ. λόγω αντιδράσεων των Ιουδαίων. Είναι ψεύδος το ότι δεν έχουμε σήμερα στοιχεία για την απογραφή του 6 π.Χ. Πάπυροι τους οποίους κατέχει σήμερα η Αρχαιολογία, μας πληροφορούν ότι στο Ρωμαϊκό κράτος γίνονταν απογραφές κάθε 14 χρόνια. Και μιλούν σαφώς περί απογραφής που διατάχθηκε το 9 π.Χ., αλλά έγινε το 6 π.Χ. (J.P. Free, Archaeology and Bible History, σελ. 285, 286. Επίσης W. M Ramsay, “Was Christ Born at Bethlehem?” σελ. 174εξ. Επίσης J. A. Thompson, “The Bible and Archaeology”, σελ. 378 – 379. W. Keller, «Η Βίβλος ως ιστορία λαών και πολιτισμών, σελ. 463). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, (155 – 220 μ.Χ.), μιλάει για σύστημα απογραφής και λέει ότι αυτό άρχισε με την απογραφή που έγινε το έτος γεννήσεως του Χριστού. Κείμενα παπύρων, αναφέρουν απογραφές που γίνονταν κάθε 14 χρόνια: 90 μ.Χ., 104, 118, 132, κλπ ως το 230 μ.Χ. (Α. Τ. Robinson, “Luke the Historian in the Light of Research” σελ. 123 εξ.). Επίσης υπάρχουν αναφορές στον Πλίνιο και στον Τάκιτο για απογραφή στα έτη 35, 48, 61 και 74 μ.Χ. Επίσης έχουμε πληροφορίες περί απογραφής στην Αίγυπτο το 34 και το 62 μ.Χ., και ακόμα έμμεσες πληροφορίες περί απογραφής το 20 και το 48 π.Χ. Αν λοιπόν είχαμε τόσο συχνές απογραφές, γιατί πρέπει να θεωρηθεί ειδικά η απογραφή τής γέννησης τού Χριστού ως μη ιστορική; Μήπως μόνο από προκατάληψη κατά τής Αγίας Γραφής;
Η μαρτυρία τού Ιώσηπου
«Ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου» (Λουκάς 2/β΄ 1,2), (Publius Sulpicius Quirinius): Ο Κυρήνιος ήταν ο ρωμαίος έπαρχος της Συρίας την εποχή της απογραφής και της Γέννησης του Κυρίου. Χαρακτηριστικές είναι οι πληροφορίες που δίνει γι' αυτόν και για μία απογραφή που διενήργησε, ο Ιώσηπος:
«Κυρίνιος δε των εις την βουλήν συναγομένων ανήρ τας τε αλλάς αρχάς επιτετελεκώς και διά πασών οδεύσας ύπατος γενέσθαι τα τε άλλα αξιώματα μέγας συν ολίγοις επί Συρίας παρήν. υπό Καίσαρος δικαιοδότης του έθνους απεσταλμένος και τιμητής των ουσιών γένησόμενος, Κωπώνιός τε αυτώ συγκαταπέμπεται τάγματος των ιππέων, ηγησόμενος Ιουδαίων τη επί πάσιν εξουσίαν. Παρήν δε και Κυρίνιος εις την Ιουδαίαν προσθήκην της Συρίας γενομένην αποτιμησόμενός τε αυτών τας ουσίας και αποδωσόμενος τα Αρχελάου χρήματα» (Ιουδ. αρχαιολ. XVIII, 1-2).
Είναι προφανές ότι αυτή η απογραφή που περιγράφεται δεν αποκλείει την προηγούμενη, την πρώτη όπως γράφει ο Λουκάς, που πραγματοποιήθηκε την εποχή της βασιλείας του Ηρώδη, όταν γεννήθηκε ο Χριστός. Αντίθετα, φανερώνει ξεκάθαρα την τάση της ρωμαϊκής αρχής για τακτική απογραφή του πληθυσμού. προκείμενου να οργανωθεί καλύτερα το φορολογικό σύστημα της αυτοκρατορίας. Άλλωστε ο Οκταβιανός Αύγουστος ήταν γνωστός για τη γραφειοκρατική του εμμονή που απαιτούσε το σχολαστικό έλεγχο της διοίκησης στους υποτελείς λαούς.
Ο Λουκάς σαφώς λεει στο Ευαγγέλιό του:
«Εγένετο δε εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην. Αύτη ηαπογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου. Και επορεύοντο πάντες απογράφεσθαι, έκαστος εις την ιδίαν πόλιν»
Προσοχή! Λέει: «Αύτη η απογραφή πρώτη εγένετο…» Ο λόγος που η Αγία Γραφή αναφέρει αυτήν την απογραφήως ΠΡΩΤΗ είναι για να μας βοηθήσει να μην την συγχύσουμε με μια άλλη η οποία έγινε αργότερα γύρω στο 7 μ.Χ.
Ο ηγεμόνας Κυρήνιος
Το ότι το σύστημα ήταν να γίνονται απογραφές κάθε λίγα χρόνια, συμφωνεί με τις μαρτυρίες του Ιώσηπου, για το 7 μ.Χ., γιατί αυτό σημαίνει ότι η προηγούμενη απογραφή, δηλαδή λίγα χρόνια ενωρίτερα, είχε διαταχθεί γύρω στην ημερομηνία που αναφέρει ο Λουκάς ότι γεννήθηκε ο Χριστός. Και στις δύο αυτές απογραφές, ηγεμόνευε ο Κυρήνιος. Στην πρώτη απογραφή ως απλός ηγεμών, στη δεύτερη ως Λεγάτος.
Προτού ο Κυρήνιος γίνει έπαρχος της Συρίας είχε το ίδιο αξίωμα στην Κρήτη, στην Κυρηναική και ίσως στην Αφρική (Βλ. II. Πανταζόπουλου «Κυρήνιος», άρθρο στη ΘΗΕ, τόμος 7, Αθήναι 1965, στ. 1141). Στην επαρχία της Ασίας ήταν δύο φορές έπαρχος, ενώ το 16 μ. Χ. βρίσκεται στη Ρώμη όπου απευθύνεται, στον αυτοκράτορα Τιβέριο για να βοηθήσει ένα συγγενή του.
Το 1828 βρέθηκε στη Ρώμη επιγραφή, που ανέφερε ότι ο Κυρήνιος υπήρξε κυβερνήτης της Συρίας δύο φορές (J.P. Free,Archaeology and Bible History, σελ. 286), κάτι που πριν δεν ήταν γνωστό, και κατηγορούσαν τον Λουκά ότι γράφει ανακρίβειες, επειδή είχε διασταυρωθεί μόνο η δεύτερη φορά εξουσίας του. Όμως ο Λουκάς και εκεί αποδείχθηκε αληθινός, αποδεικνύοντας έτσι την αξιοπιστία του, και την κοντινή επαφή του με γεγονότα. Επίσης ο Ράμσεϋ βρήκε πριν από τον Α΄ Παγκ. Πόλεμο μια επιγραφή στην Αντιόχεια της Πισιδίας, που επιβεβαίωνε τις δύο διοικητικές περιόδους του, επιβεβαιώνοντας για δεύτερη φορά τον Λουκά. Το 4/5 π.Χ. λοιπόν που γεννήθηκε ο Χριστός, ήταν ηγεμόνας πράγματι ο Κυρήνιος.
Μετακίνηση πληθυσμών
Σχετικά με τους εσφαλμένους ισχυρισμούς ότι δήθεν απαγορευόταν να μετακινηθούν οι κάτοικοι για απογραφή στον τόπο καταγωγής τους, βρέθηκε πάπυρος που χρονολογείται από το 104 μ.Χ., που περιέχει διάταγμα του πρώτου κατά σειράν Ρωμαίου νομάρχου της Αιγύπτου Γάιους Βίμπιους, το οποίο έγραφε:
«Επειδή ο χρόνος της σπίτι με σπίτι απογραφής επλησίασε, κρίνεται αναγκαίο να υποχρεώσετε όλους εκείνους, οι οποίοι καθ’ οιονδήποτε λόγο ευρίσκονται έξω από την επαρχία τους, να επιστρέψουν στα σπίτια τους, ώστε να φέρουν σε πέρας το κανονικό διάταγμα της απογραφής». (Ε. Μ. Blaiklock «Out of the Earth» Grand Rapids, 1957, σελ. 14).
Ο πάπυρος αυτός επιβεβαιώνει ότι η απογραφή έπρεπε να γίνει κατά οικογένειες. Ο Ramsay παρατηρεί ότι υπήρχαν δύο τρόποι απογραφής. Ένας ήταν να απογραφεί ο καθένας εκεί που βρισκόταν κατά την ημέρα της απογραφής. Αυτό όμως απαιτούσε πλήθος υπαλλήλων απογραφέων, και οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες δεν ήταν δυνατόν να αναλάβουν το κόστος. Ο άλλος τρόπος ήταν να μεταβούν όλοι στον τόπο καταγωγής τους, και να παραμείνουν εκεί μέχρι να απογραφούν (Α. Rendle Short “Archaeology Gives Enidence”, σελ. 54). Οι λόγοι λοιπόν αυτού του τρόπου απογραφής, ήταν καθαρά πρακτικοί και οικονομικοί, και βγάζουν λάθος όλους εκείνους που ψάχνουν για προφάσεις κατά της αξιόπιστης και ακριβούς μαρτυρίας του Λουκά.
Απογραφή
«Απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην» γράφει ο Λουκάς ότι έλεγε η διάταξη. Στην απογραφή (λατινικά census), σύμφωνα με τον καθηγητή Βασ. Χ. Ιωαννίδη «εγίνετο υπό των Αρχών εγγραφή των πολιτών σε δημόσιους καταλόγους, στους οποίους ενεγράφοντο το όνομα του πολίτη, το επάγγελμα, η ηλικία, η οικογένεια και η περιουσία του». [Βασ. Χ. Ιωαννίδη "Απογραφή», άρθρο στή ΘΗΕ (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια), τόμος 2, Αθήναι. 1963. στίχος 1064]. Την εποχή του Αυγούστου αυτή γινόταν μόνο στις επαρχίες του κράτους και αποσκοπούσε στη φορολογία των πολιτών.
Οι Ιουδαίοι με δυσφορία δέχονταν την απογραφή, γιατί πίστευαν ότι φόρος έπρεπε να δίνεται μόνο στο Ναό και όχι στους κατακτητές. Ταυτόχρονα θεωρούσαν υποτιμητικό να τους μετρούν σαν ζώα σε εμποροπανήγυρη!!! (D. Rops «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού», μεταγραφή Ελ. Αγγέλου, Αθήνα 1988, σελ.89). Δεν είναι τυχαίο πως ο Ιώσηπος θεωρεί την απογραφή ως αιτία της επανάστασης που άρχισε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος. Γράφει ο Ιουδαίος ιστορικός: «Ιούδας δε Γαυλανίτης ανήρ εκ πόλεως όνομα Γάμαλα... ηπείγετο επί αποστάσει, την τε αποτίμησιν ουδέν άλλο ή άντικρυς δουλείαν επιφέρειν λέγοντες και της ελευθερίας επ' αντιλήψει παρακαλούντες το έθνος» (Ιουδ. αρχαιολ. XVIII, 4).
Ο Λουκάς εξηγεί την απόφαση του Ιωσήφ να απογραφεί στη Βηθλεέμ. Προερχόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ. Η απογραφή στον τόπο καταγωγής της οικογένειας ήταν μάλλον συνηθισμένο για την Ανατολή φαινόμενο. Χαρακτηριστικό είναι το, παράδειγμα που αναφέρει ο D. Rops : «Το 104 μ.Χ. κάποιος νομάρχης στην Αίγυπτο έδωσε διαταγή σ' όλους τους πολίτες, που διοικούσε να γυρίσουν στο νομό από τον οποίο κατάγονταν για να απογραφούν» (D. Rops «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού», μεταγραφή Ελ. Αγγέλου, Αθήνα 1988, σελ. 89). Ταυτόχρονα δεν είναι απίθανο ο Ιωσήφ να είχε περιουσιακά στοιχεία στη Βηθλεέμ, τα οποία θα έπρεπε να δηλώσει, για να φορολογηθούν από τους κατακτητές.
Για την εκκλησία μας η απογραφή έχει βαθύ θεολογικό νόημα. Όπως τονίζεται σε ιδιόμελο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων: «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης, η πολυαρχία των ανθρώπων επαύσατο' και σου ενανθρωπήσαντος εκ της Αγνής, η πολυθεΐα των ειδώλων κατήργηται. Υπό μίαν βασιλείαν εγκόσμιον, αι πόλεις γεγένηται' και εις μίαν Δεσποτείαν θεότητας τα Έθνη επίστευσαν. Απεγράφησαν οι λαοί τω δόγματι του Καίσαρος· επεγράφημεν οι πιστοί, ονόματι θεότητας, σου του ενανθρωπήσαντος Θεού ημών».
Το λάθος τού Διονυσίου τού Μικρού
Ούτε ο ισχυρισμός ότι δήθεν "τότε δεν βασίλευε ο Ηρώδης" είναι σωστός.
Σήμερα είναι από τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις γνωστό, ότι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε λίγο πριν από το 4 π.Χ.,δεδομένου ότι ο Ηρώδης βασίλεψε από το 37 ως το 4 π.Χ., και ότι από υπολογιστικό λάθος κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. ως έτος γεννήσεώς του ορίσθηκε το 753 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή 3-4 χρόνια αργότερα από την πραγματική χρονολογία. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, αλλά με μετέπειτα υπολογισμούς που αγνοούσαν όλα τα δεδομένα. Δεν αλλάζει λοιπόν τίποτα από τα όσα γράφονται στα Ευαγγέλια, παρά μόνο μετατίθενται κατά 3 - 4 χρόνια ενωρίτερα τα γεγονότα σε σχέση με το δικό μας ημερολόγιο.
Η χρονολόγηση από τη γέννηση του Χριστού προτάθηκε από τον Σκύθη μοναχό και εκκλησιαστικό συγγραφέα Διονύσιο τον Μικρό (532 μ.Χ.), ηγούμενο μοναστηριού στη Ρώμη, κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Μέχρι τότε, η χρονολόγηση γινόταν, είτε με αφετηρία την Κτίση της Ρώμης είτε "από Διοκλητιανού", δηλαδή με αφετηρία την (υποτιθέμενη) 29η Αυγούστου του 284 μ.Χ., ημερομηνία κατά την οποίαν ο Διοκλητιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Αφού, λοιπόν, δημιουργήθηκε η χρονολόγηση με αφετηρία τη γέννηση του Χριστού, οι μετέπειτα προσπάθειες των σοφών επικεντρώθηκαν στον ακριβή προσδιορισμό της ημερομηνίας της. Όμως προφανώς ο Διονύσιος είχε ξεκινήσει από λάθος αφετηρία! Και φυσικά αυτό δεν επηρεάζει την αξιοπιστία τής Αγίας Γραφής!
Η αξιοπιστία τών αποστόλων
Σχετικά με ορισμένες μετέπειτα χρονολογικές πηγές του 2ου αιώνα που αναφέρουν διάφορα περί τής ηλικίας τού Χριστού, δεν το αναλύουμε καν, όταν έχουμε τις ακριβείς μαρτυρίες μαρτύρων τόσο κοντά στην εποχή του Χριστού, και ιστορικά δεδομένα, σε αντιπαράθεση με ανθρώπους που έζησαν τόσο μακριά από τα γεγονότα, σε μια εποχή χωρίς τη σημερινή πληροφόρηση.
Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σίγουροι για την ιστορική ακρίβεια τής Αγίας Γραφής, όχι μόνο επειδή αποδεικνύεται ιστορικά, αλλά και για έναν άλλο λόγο.
Η αξιοπιστία τών αποστόλων, αποδεικνύεται και από τον τρόπο που πέθαναν οι περισσότεροι από αυτούς. Πολλοί πέθαναν γι' αυτό που πίστευαν, επειδή εξαπατήθηκαν από άλλους. Όμως ποτέ κάποιος απατεώνας δεν πεθαίνει για να συντηρήσει την απάτη του. Και αυτό συνέβη στους 11 από τους 12 αυτόπτες μαθητές, χωρίς να μιλήσω και για τους άλλους που τον ακολουθούσαν πιο αραιά. Γιατί οι μαθητές, δεν πέθαναν για κάτι που τους είπαν άλλοι, αλλά γι' αυτό που ΟΙ ΙΔΙΟΙ είδαν και άκουσαν και κήρυξαν. Άρα οι μαθητές έλεγαν αλήθεια, γιατί το απέδειξαν με τη θυσία τους.
Η αντίρρηση τών λεγομένων "κριτικών" τής Αγίας Γραφής, είναι εν συντομία η εξής:
"Δεν έχουμε άλλη ιστορική επιβεβαίωση για την απογραφή που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που έγινε στη γέννηση τού Χριστού. Μάλιστα ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει την απογραφή αυτή αρκετά χρόνια αργότερα. Τότε όμως, ήδη ο Ηρώδης είχε πεθάνει. Άρα έχουμε αντίφαση. Και ακόμα, δεν ήταν πρακτικό να γίνει απογραφή με μετακίνηση πληθυσμών στην πατρίδα τους".
Όπως θα δούμε όμως στη συνέχεια, τα παραπάνω είναι εντελώς ανυπόστατα. Αντιθέτως, αποδεικνύουν την αφήγηση τής Αγίας Γραφής, αξιόπιστη!
Οι συχνές απογραφές
Είναι σήμερα γνωστή η απογραφή που αναφέρει ο Λουκάς στο 2/β΄ 1-3 η οποία αν και είχε ορισθεί από τη Ρώμη για το 9-8 π.Χ., έγινε τελικά το 6 π.Χ. λόγω αντιδράσεων των Ιουδαίων. Είναι ψεύδος το ότι δεν έχουμε σήμερα στοιχεία για την απογραφή του 6 π.Χ. Πάπυροι τους οποίους κατέχει σήμερα η Αρχαιολογία, μας πληροφορούν ότι στο Ρωμαϊκό κράτος γίνονταν απογραφές κάθε 14 χρόνια. Και μιλούν σαφώς περί απογραφής που διατάχθηκε το 9 π.Χ., αλλά έγινε το 6 π.Χ. (J.P. Free, Archaeology and Bible History, σελ. 285, 286. Επίσης W. M Ramsay, “Was Christ Born at Bethlehem?” σελ. 174εξ. Επίσης J. A. Thompson, “The Bible and Archaeology”, σελ. 378 – 379. W. Keller, «Η Βίβλος ως ιστορία λαών και πολιτισμών, σελ. 463). Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, (155 – 220 μ.Χ.), μιλάει για σύστημα απογραφής και λέει ότι αυτό άρχισε με την απογραφή που έγινε το έτος γεννήσεως του Χριστού. Κείμενα παπύρων, αναφέρουν απογραφές που γίνονταν κάθε 14 χρόνια: 90 μ.Χ., 104, 118, 132, κλπ ως το 230 μ.Χ. (Α. Τ. Robinson, “Luke the Historian in the Light of Research” σελ. 123 εξ.). Επίσης υπάρχουν αναφορές στον Πλίνιο και στον Τάκιτο για απογραφή στα έτη 35, 48, 61 και 74 μ.Χ. Επίσης έχουμε πληροφορίες περί απογραφής στην Αίγυπτο το 34 και το 62 μ.Χ., και ακόμα έμμεσες πληροφορίες περί απογραφής το 20 και το 48 π.Χ. Αν λοιπόν είχαμε τόσο συχνές απογραφές, γιατί πρέπει να θεωρηθεί ειδικά η απογραφή τής γέννησης τού Χριστού ως μη ιστορική; Μήπως μόνο από προκατάληψη κατά τής Αγίας Γραφής;
Η μαρτυρία τού Ιώσηπου
«Ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου» (Λουκάς 2/β΄ 1,2), (Publius Sulpicius Quirinius): Ο Κυρήνιος ήταν ο ρωμαίος έπαρχος της Συρίας την εποχή της απογραφής και της Γέννησης του Κυρίου. Χαρακτηριστικές είναι οι πληροφορίες που δίνει γι' αυτόν και για μία απογραφή που διενήργησε, ο Ιώσηπος:
«Κυρίνιος δε των εις την βουλήν συναγομένων ανήρ τας τε αλλάς αρχάς επιτετελεκώς και διά πασών οδεύσας ύπατος γενέσθαι τα τε άλλα αξιώματα μέγας συν ολίγοις επί Συρίας παρήν. υπό Καίσαρος δικαιοδότης του έθνους απεσταλμένος και τιμητής των ουσιών γένησόμενος, Κωπώνιός τε αυτώ συγκαταπέμπεται τάγματος των ιππέων, ηγησόμενος Ιουδαίων τη επί πάσιν εξουσίαν. Παρήν δε και Κυρίνιος εις την Ιουδαίαν προσθήκην της Συρίας γενομένην αποτιμησόμενός τε αυτών τας ουσίας και αποδωσόμενος τα Αρχελάου χρήματα» (Ιουδ. αρχαιολ. XVIII, 1-2).
Είναι προφανές ότι αυτή η απογραφή που περιγράφεται δεν αποκλείει την προηγούμενη, την πρώτη όπως γράφει ο Λουκάς, που πραγματοποιήθηκε την εποχή της βασιλείας του Ηρώδη, όταν γεννήθηκε ο Χριστός. Αντίθετα, φανερώνει ξεκάθαρα την τάση της ρωμαϊκής αρχής για τακτική απογραφή του πληθυσμού. προκείμενου να οργανωθεί καλύτερα το φορολογικό σύστημα της αυτοκρατορίας. Άλλωστε ο Οκταβιανός Αύγουστος ήταν γνωστός για τη γραφειοκρατική του εμμονή που απαιτούσε το σχολαστικό έλεγχο της διοίκησης στους υποτελείς λαούς.
Ο Λουκάς σαφώς λεει στο Ευαγγέλιό του:
«Εγένετο δε εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην. Αύτη ηαπογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου. Και επορεύοντο πάντες απογράφεσθαι, έκαστος εις την ιδίαν πόλιν»
Προσοχή! Λέει: «Αύτη η απογραφή πρώτη εγένετο…» Ο λόγος που η Αγία Γραφή αναφέρει αυτήν την απογραφήως ΠΡΩΤΗ είναι για να μας βοηθήσει να μην την συγχύσουμε με μια άλλη η οποία έγινε αργότερα γύρω στο 7 μ.Χ.
Ο ηγεμόνας Κυρήνιος
Το ότι το σύστημα ήταν να γίνονται απογραφές κάθε λίγα χρόνια, συμφωνεί με τις μαρτυρίες του Ιώσηπου, για το 7 μ.Χ., γιατί αυτό σημαίνει ότι η προηγούμενη απογραφή, δηλαδή λίγα χρόνια ενωρίτερα, είχε διαταχθεί γύρω στην ημερομηνία που αναφέρει ο Λουκάς ότι γεννήθηκε ο Χριστός. Και στις δύο αυτές απογραφές, ηγεμόνευε ο Κυρήνιος. Στην πρώτη απογραφή ως απλός ηγεμών, στη δεύτερη ως Λεγάτος.
Προτού ο Κυρήνιος γίνει έπαρχος της Συρίας είχε το ίδιο αξίωμα στην Κρήτη, στην Κυρηναική και ίσως στην Αφρική (Βλ. II. Πανταζόπουλου «Κυρήνιος», άρθρο στη ΘΗΕ, τόμος 7, Αθήναι 1965, στ. 1141). Στην επαρχία της Ασίας ήταν δύο φορές έπαρχος, ενώ το 16 μ. Χ. βρίσκεται στη Ρώμη όπου απευθύνεται, στον αυτοκράτορα Τιβέριο για να βοηθήσει ένα συγγενή του.
Το 1828 βρέθηκε στη Ρώμη επιγραφή, που ανέφερε ότι ο Κυρήνιος υπήρξε κυβερνήτης της Συρίας δύο φορές (J.P. Free,Archaeology and Bible History, σελ. 286), κάτι που πριν δεν ήταν γνωστό, και κατηγορούσαν τον Λουκά ότι γράφει ανακρίβειες, επειδή είχε διασταυρωθεί μόνο η δεύτερη φορά εξουσίας του. Όμως ο Λουκάς και εκεί αποδείχθηκε αληθινός, αποδεικνύοντας έτσι την αξιοπιστία του, και την κοντινή επαφή του με γεγονότα. Επίσης ο Ράμσεϋ βρήκε πριν από τον Α΄ Παγκ. Πόλεμο μια επιγραφή στην Αντιόχεια της Πισιδίας, που επιβεβαίωνε τις δύο διοικητικές περιόδους του, επιβεβαιώνοντας για δεύτερη φορά τον Λουκά. Το 4/5 π.Χ. λοιπόν που γεννήθηκε ο Χριστός, ήταν ηγεμόνας πράγματι ο Κυρήνιος.
Μετακίνηση πληθυσμών
Σχετικά με τους εσφαλμένους ισχυρισμούς ότι δήθεν απαγορευόταν να μετακινηθούν οι κάτοικοι για απογραφή στον τόπο καταγωγής τους, βρέθηκε πάπυρος που χρονολογείται από το 104 μ.Χ., που περιέχει διάταγμα του πρώτου κατά σειράν Ρωμαίου νομάρχου της Αιγύπτου Γάιους Βίμπιους, το οποίο έγραφε:
«Επειδή ο χρόνος της σπίτι με σπίτι απογραφής επλησίασε, κρίνεται αναγκαίο να υποχρεώσετε όλους εκείνους, οι οποίοι καθ’ οιονδήποτε λόγο ευρίσκονται έξω από την επαρχία τους, να επιστρέψουν στα σπίτια τους, ώστε να φέρουν σε πέρας το κανονικό διάταγμα της απογραφής». (Ε. Μ. Blaiklock «Out of the Earth» Grand Rapids, 1957, σελ. 14).
Ο πάπυρος αυτός επιβεβαιώνει ότι η απογραφή έπρεπε να γίνει κατά οικογένειες. Ο Ramsay παρατηρεί ότι υπήρχαν δύο τρόποι απογραφής. Ένας ήταν να απογραφεί ο καθένας εκεί που βρισκόταν κατά την ημέρα της απογραφής. Αυτό όμως απαιτούσε πλήθος υπαλλήλων απογραφέων, και οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες δεν ήταν δυνατόν να αναλάβουν το κόστος. Ο άλλος τρόπος ήταν να μεταβούν όλοι στον τόπο καταγωγής τους, και να παραμείνουν εκεί μέχρι να απογραφούν (Α. Rendle Short “Archaeology Gives Enidence”, σελ. 54). Οι λόγοι λοιπόν αυτού του τρόπου απογραφής, ήταν καθαρά πρακτικοί και οικονομικοί, και βγάζουν λάθος όλους εκείνους που ψάχνουν για προφάσεις κατά της αξιόπιστης και ακριβούς μαρτυρίας του Λουκά.
Απογραφή
«Απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην» γράφει ο Λουκάς ότι έλεγε η διάταξη. Στην απογραφή (λατινικά census), σύμφωνα με τον καθηγητή Βασ. Χ. Ιωαννίδη «εγίνετο υπό των Αρχών εγγραφή των πολιτών σε δημόσιους καταλόγους, στους οποίους ενεγράφοντο το όνομα του πολίτη, το επάγγελμα, η ηλικία, η οικογένεια και η περιουσία του». [Βασ. Χ. Ιωαννίδη "Απογραφή», άρθρο στή ΘΗΕ (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια), τόμος 2, Αθήναι. 1963. στίχος 1064]. Την εποχή του Αυγούστου αυτή γινόταν μόνο στις επαρχίες του κράτους και αποσκοπούσε στη φορολογία των πολιτών.
Οι Ιουδαίοι με δυσφορία δέχονταν την απογραφή, γιατί πίστευαν ότι φόρος έπρεπε να δίνεται μόνο στο Ναό και όχι στους κατακτητές. Ταυτόχρονα θεωρούσαν υποτιμητικό να τους μετρούν σαν ζώα σε εμποροπανήγυρη!!! (D. Rops «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού», μεταγραφή Ελ. Αγγέλου, Αθήνα 1988, σελ.89). Δεν είναι τυχαίο πως ο Ιώσηπος θεωρεί την απογραφή ως αιτία της επανάστασης που άρχισε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος. Γράφει ο Ιουδαίος ιστορικός: «Ιούδας δε Γαυλανίτης ανήρ εκ πόλεως όνομα Γάμαλα... ηπείγετο επί αποστάσει, την τε αποτίμησιν ουδέν άλλο ή άντικρυς δουλείαν επιφέρειν λέγοντες και της ελευθερίας επ' αντιλήψει παρακαλούντες το έθνος» (Ιουδ. αρχαιολ. XVIII, 4).
Ο Λουκάς εξηγεί την απόφαση του Ιωσήφ να απογραφεί στη Βηθλεέμ. Προερχόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ. Η απογραφή στον τόπο καταγωγής της οικογένειας ήταν μάλλον συνηθισμένο για την Ανατολή φαινόμενο. Χαρακτηριστικό είναι το, παράδειγμα που αναφέρει ο D. Rops : «Το 104 μ.Χ. κάποιος νομάρχης στην Αίγυπτο έδωσε διαταγή σ' όλους τους πολίτες, που διοικούσε να γυρίσουν στο νομό από τον οποίο κατάγονταν για να απογραφούν» (D. Rops «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού», μεταγραφή Ελ. Αγγέλου, Αθήνα 1988, σελ. 89). Ταυτόχρονα δεν είναι απίθανο ο Ιωσήφ να είχε περιουσιακά στοιχεία στη Βηθλεέμ, τα οποία θα έπρεπε να δηλώσει, για να φορολογηθούν από τους κατακτητές.
Για την εκκλησία μας η απογραφή έχει βαθύ θεολογικό νόημα. Όπως τονίζεται σε ιδιόμελο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων: «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης, η πολυαρχία των ανθρώπων επαύσατο' και σου ενανθρωπήσαντος εκ της Αγνής, η πολυθεΐα των ειδώλων κατήργηται. Υπό μίαν βασιλείαν εγκόσμιον, αι πόλεις γεγένηται' και εις μίαν Δεσποτείαν θεότητας τα Έθνη επίστευσαν. Απεγράφησαν οι λαοί τω δόγματι του Καίσαρος· επεγράφημεν οι πιστοί, ονόματι θεότητας, σου του ενανθρωπήσαντος Θεού ημών».
Το λάθος τού Διονυσίου τού Μικρού
Ούτε ο ισχυρισμός ότι δήθεν "τότε δεν βασίλευε ο Ηρώδης" είναι σωστός.
Σήμερα είναι από τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις γνωστό, ότι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε λίγο πριν από το 4 π.Χ.,δεδομένου ότι ο Ηρώδης βασίλεψε από το 37 ως το 4 π.Χ., και ότι από υπολογιστικό λάθος κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. ως έτος γεννήσεώς του ορίσθηκε το 753 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή 3-4 χρόνια αργότερα από την πραγματική χρονολογία. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, αλλά με μετέπειτα υπολογισμούς που αγνοούσαν όλα τα δεδομένα. Δεν αλλάζει λοιπόν τίποτα από τα όσα γράφονται στα Ευαγγέλια, παρά μόνο μετατίθενται κατά 3 - 4 χρόνια ενωρίτερα τα γεγονότα σε σχέση με το δικό μας ημερολόγιο.
Η χρονολόγηση από τη γέννηση του Χριστού προτάθηκε από τον Σκύθη μοναχό και εκκλησιαστικό συγγραφέα Διονύσιο τον Μικρό (532 μ.Χ.), ηγούμενο μοναστηριού στη Ρώμη, κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Μέχρι τότε, η χρονολόγηση γινόταν, είτε με αφετηρία την Κτίση της Ρώμης είτε "από Διοκλητιανού", δηλαδή με αφετηρία την (υποτιθέμενη) 29η Αυγούστου του 284 μ.Χ., ημερομηνία κατά την οποίαν ο Διοκλητιανός ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Αφού, λοιπόν, δημιουργήθηκε η χρονολόγηση με αφετηρία τη γέννηση του Χριστού, οι μετέπειτα προσπάθειες των σοφών επικεντρώθηκαν στον ακριβή προσδιορισμό της ημερομηνίας της. Όμως προφανώς ο Διονύσιος είχε ξεκινήσει από λάθος αφετηρία! Και φυσικά αυτό δεν επηρεάζει την αξιοπιστία τής Αγίας Γραφής!
Η αξιοπιστία τών αποστόλων
Σχετικά με ορισμένες μετέπειτα χρονολογικές πηγές του 2ου αιώνα που αναφέρουν διάφορα περί τής ηλικίας τού Χριστού, δεν το αναλύουμε καν, όταν έχουμε τις ακριβείς μαρτυρίες μαρτύρων τόσο κοντά στην εποχή του Χριστού, και ιστορικά δεδομένα, σε αντιπαράθεση με ανθρώπους που έζησαν τόσο μακριά από τα γεγονότα, σε μια εποχή χωρίς τη σημερινή πληροφόρηση.
Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σίγουροι για την ιστορική ακρίβεια τής Αγίας Γραφής, όχι μόνο επειδή αποδεικνύεται ιστορικά, αλλά και για έναν άλλο λόγο.
Η αξιοπιστία τών αποστόλων, αποδεικνύεται και από τον τρόπο που πέθαναν οι περισσότεροι από αυτούς. Πολλοί πέθαναν γι' αυτό που πίστευαν, επειδή εξαπατήθηκαν από άλλους. Όμως ποτέ κάποιος απατεώνας δεν πεθαίνει για να συντηρήσει την απάτη του. Και αυτό συνέβη στους 11 από τους 12 αυτόπτες μαθητές, χωρίς να μιλήσω και για τους άλλους που τον ακολουθούσαν πιο αραιά. Γιατί οι μαθητές, δεν πέθαναν για κάτι που τους είπαν άλλοι, αλλά γι' αυτό που ΟΙ ΙΔΙΟΙ είδαν και άκουσαν και κήρυξαν. Άρα οι μαθητές έλεγαν αλήθεια, γιατί το απέδειξαν με τη θυσία τους.