Όλα τα γεγονότα που συνδέονται με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού λέγονται εσχατολογικά, γιατί αναφέρονται στην εσχάτη ημέρα, δηλαδή σε όσα θα συμβούν μετά το τέλος του παρόντος κόσμου.
Συνήθως μιλάμε για το τέλος της ιστορίας, αλλά αυτό δεν εκφράζει πλήρως την πραγματικότητα, αφού η Ιστορία δεν εξαντλείται μόνον στα ιστορικά γεγονότα, αλλά αναφέρεται και στην ζωή των αγίων.
Ή ζωή των αγίων μετά θάνατον, καθώς επίσης και η ζωή των ανθρώπων μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού δεν αποτελούν την λεγομένη μεταϊστορική εποχή, αλλά είναι ιστορική εποχή, πρόκειται για την ιστορία των αγίων.
Συνήθως μιλάμε για το τέλος της ιστορίας, αλλά αυτό δεν εκφράζει πλήρως την πραγματικότητα, αφού η Ιστορία δεν εξαντλείται μόνον στα ιστορικά γεγονότα, αλλά αναφέρεται και στην ζωή των αγίων.
Ή ζωή των αγίων μετά θάνατον, καθώς επίσης και η ζωή των ανθρώπων μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού δεν αποτελούν την λεγομένη μεταϊστορική εποχή, αλλά είναι ιστορική εποχή, πρόκειται για την ιστορία των αγίων.
Όπως ο κόσμος δεν καταστρέφεται, αλλά ανακαινίζεται, όπως ο άνθρωπος δεν αφανίζεται, αλλά μεταμορφώνεται, έτσι και η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ, αλλά αλλάζει περιεχόμενο και ζωή.
Όταν, λοιπόν, κάνουμε λόγο για εσχατολογικά γεγονότα, εννοούμε κυρίως όλα εκείνα που θα συμβούν με την Δευτέρα έλευση του Χριστού για να κρίνει τους ανθρώπους. Επομένως, αναμένουμε αυτά τα εσχατολογικά γεγονότα, αλλά μπορούμε ακόμη να πούμε ότι από πλευράς τρόπου ζωής τα έσχατα ήδη είναι παρόντα, αφού οι άγιοι απολαμβάνουν την Βασιλεία του Θεού από την παρούσα ζωή. Όπως θα διαπιστώσουμε στην συνέχεια, οι άγιοι από τώρα προγεύονται όλα εκείνα που πρόκειται να αποκαλυφθούν στους λεγόμενους έσχατους καιρούς. Χρονικά περιμένουμε τα έσχατα, τροπικά τα έσχατα έρχονται και βιώνονται από τους αγίους.
Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τρία συγκεκριμένα θέματα, που συνδέονται με τα εσχατολογικά αυτά γεγονότα, που έχουν σχέση με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Πρώτον θα αναφερθούμε γενικά στην Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, δεύτερον θα αναπτύξουμε την θεολογική αλήθεια περί της αναστάσεως των σωμάτων και τρίτον θα δούμε τα γεγονότα της κρίσεως, η οποία συνδέεται με την έλευση του Χριστού και την ανάσταση των σωμάτων.
Η ένδοξη έλευση του Χριστού
Σε όλη την Βιβλικοπατερική παράδοση λέγεται ότι ο Χριστός πρόκειται να έλθει εκ νέου στον κόσμο για να κρίνει τους ανθρώπους. Είναι μια αλήθεια που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τους Χριστιανούς. Ο Ίδιος ο Χριστός στην περικοπή της μελλούσης κρίσεως κάνει λόγο για την εκ νέου ένδοξη έλευση Του. Λέγει: «όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού» (Ματθ. κε'. 31). Το «όταν» δεν είναι υποθετικό, αλλά χρονικό, που σημαίνει ότι θα υπάρξει χρόνος κατά τον οποίο θα έλθει ο Χριστός στον κόσμο και μάλιστα με δόξα πολλή. Και σε άλλο σημείο ο Χριστός είπε: «και τότε όψονται τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν νεφέλαις» (Μάρκ. ιγ'. 26).
Στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου περιγράφεται ή ανάληψη του Χριστού, λέγεται ότι οι άγγελοι είπαν στους έκπληκτους μαθητές: «άνδρες Γαλιλαίοι τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ' υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, όν τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν» (Πράξ. α', 11). Ο τρόπος με τον όποιο αναλήφθηκε θα είναι ο ίδιος με τον οποίο θα επανέλθει στην γη.
Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει ότι όσοι θα ζουν τότε, όταν θα έλθει ο υιός του ανθρώπου, και μάλιστα όσοι είναι δίκαιοι, θα αρπαγούν «εν νεφέλαις εις άπάντησιν του Κυρίου εις αέρα» (Α' θεσ. δ', 17). Και στην Αποκάλυψη είναι γραμμένο: «Ιδού έρχεται μετά των νεφελών και όψεται αυτόν πάς οφθαλμός» (Αποκ. α', 7).
Τα χωρία αυτά, που είναι αντιπροσωπευτικά, δηλώνουν ότι οι πιστοί πιστεύουν ακράδαντα ότι ο Χριστός θα έλθη στην γη για να κρίνει τους ανθρώπους, όταν θα έλθει το τέλος αυτού του κόσμου και η αρχή της νέας ζωής.
Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τρία συγκεκριμένα θέματα, που συνδέονται με τα εσχατολογικά αυτά γεγονότα, που έχουν σχέση με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Πρώτον θα αναφερθούμε γενικά στην Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, δεύτερον θα αναπτύξουμε την θεολογική αλήθεια περί της αναστάσεως των σωμάτων και τρίτον θα δούμε τα γεγονότα της κρίσεως, η οποία συνδέεται με την έλευση του Χριστού και την ανάσταση των σωμάτων.
Η ένδοξη έλευση του Χριστού
Σε όλη την Βιβλικοπατερική παράδοση λέγεται ότι ο Χριστός πρόκειται να έλθει εκ νέου στον κόσμο για να κρίνει τους ανθρώπους. Είναι μια αλήθεια που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από τους Χριστιανούς. Ο Ίδιος ο Χριστός στην περικοπή της μελλούσης κρίσεως κάνει λόγο για την εκ νέου ένδοξη έλευση Του. Λέγει: «όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού» (Ματθ. κε'. 31). Το «όταν» δεν είναι υποθετικό, αλλά χρονικό, που σημαίνει ότι θα υπάρξει χρόνος κατά τον οποίο θα έλθει ο Χριστός στον κόσμο και μάλιστα με δόξα πολλή. Και σε άλλο σημείο ο Χριστός είπε: «και τότε όψονται τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν νεφέλαις» (Μάρκ. ιγ'. 26).
Στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου περιγράφεται ή ανάληψη του Χριστού, λέγεται ότι οι άγγελοι είπαν στους έκπληκτους μαθητές: «άνδρες Γαλιλαίοι τι εστήκατε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; ούτος ο Ιησούς ο αναληφθείς αφ' υμών εις τον ουρανόν, ούτως ελεύσεται, όν τρόπον εθεάσασθε αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν» (Πράξ. α', 11). Ο τρόπος με τον όποιο αναλήφθηκε θα είναι ο ίδιος με τον οποίο θα επανέλθει στην γη.
Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει ότι όσοι θα ζουν τότε, όταν θα έλθει ο υιός του ανθρώπου, και μάλιστα όσοι είναι δίκαιοι, θα αρπαγούν «εν νεφέλαις εις άπάντησιν του Κυρίου εις αέρα» (Α' θεσ. δ', 17). Και στην Αποκάλυψη είναι γραμμένο: «Ιδού έρχεται μετά των νεφελών και όψεται αυτόν πάς οφθαλμός» (Αποκ. α', 7).
Τα χωρία αυτά, που είναι αντιπροσωπευτικά, δηλώνουν ότι οι πιστοί πιστεύουν ακράδαντα ότι ο Χριστός θα έλθη στην γη για να κρίνει τους ανθρώπους, όταν θα έλθει το τέλος αυτού του κόσμου και η αρχή της νέας ζωής.
Γι' αυτό στο Σύμβολο της Πίστεως δίνουμε την ομολογία: «και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς ου της Βασιλείας ουκ έσται τέλος».
Στην Αγία Γραφή υπάρχουν πολλές εκφράσεις που δηλώνουν την έλευση του Χριστού.
Στην Αγία Γραφή υπάρχουν πολλές εκφράσεις που δηλώνουν την έλευση του Χριστού.
Κατ' αρχάς η δευτέρα έλευση του Χριστού χαρακτηρίζεται ημέρα, και μάλιστα ημέρα του Κυρίου και ημέρα της Κρίσης.
Ο Απόστολος Πέτρος γράφει: «Ήξει δε η ημέρα Κυρίου» (Β' Πέτρ. γ', 10).
Ο Απόστολος Παύλος αλλού την χαρακτηρίζει ημέρα «του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α' Κορ. α'. 8), αλλού «ημέρα Χριστού» (Φιλιπ. α', 10) και αλλού ημέρα η οποία θα δηλώσει τα πάντα (Α' Κορ. γ', 13).
Ο δε Ευαγγελιστής Ιωάννης την ονομάζει ημέρα της κρίσης (Α' Ιω. δ', 17). Λέγεται ημέρα, γιατί αυτή σε σχέση με την παρούσα ζωή, που είναι σκότος, εκφράζει μια νέα πραγματικότητα. Η εικόνα της ημέρας δεν είναι άσχετη με την εικόνα του ηλίου. Επειδή ο Χριστός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης, ο Οποίος τότε θα εμφανιστεί, γι' αυτό λέγεται ημέρα.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης συνδέει την ημέρα αυτή με τα έσχατα και την χαρακτηρίζει εσχάτη ημέρα. Στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο ο Ίδιος ο Χριστός κάνει λόγο για την εσχάτη ημέρα. Σε ένα σημείο λέγει ότι θα αναστήσει τον άνθρωπο «εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιω. στ'. 39), και σε άλλο ότι ο λόγος Του θα κρίνει τους ανθρώπους «εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιω. ιβ', 48). Εδώ η λέξη ημέρα, που συνδέεται με το εσχάτη, δείχνει περισσότερο την τελευταία ημέρα πριν την έναρξη της Βασιλείας του Θεού. Οπότε συνδέεται περισσότερο με το τέλος της παρούσης ζωής.
Η ημέρα του Κυρίου συνδέεται αναπόσπαστα με την παρουσία του Χριστού. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο χρησιμοποιούνται και άλλες εκφράσεις για να δηλώσουν αυτήν την πραγματικότητα. Χαρακτηρίζεται ως ημέρα της επιφανείας της δόξης του Θεού (Τιτ. 6', 13). Επίσης λέγεται ημέρα «της επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α' Τιμ. στ', 14). Άλλοτε συνδέεται με την λέξη παρουσία, γιατί θα παραστεί ο Χριστός. Οι μαθητές ρώτησαν τον Χριστό: «και τι το σημείον της σής παρουσίας και της συντέλειας του αιώνος;» (Ματθ. κδ', 3). Κατά την ημέρα εκείνη θα γίνει η αποκάλυψη της δόξης του Θεού και όλοι οι άνθρωποι, και αυτοί που την αγνοούσαν προηγουμένως, θα την δουν. Ο Απόστολος Πέτρος κάνει λόγο για την αποκάλυψη της δόξης του Θεού. (Α' Πέτρ. δ', 13) και ο Απόστολος Παύλος για την αποκάλυψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού «απ’ ουρανού μετ' αγγέλων δυνάμεων αυτού» (Β' θεσ. α', 7).
Τα χωρία αυτά. τα οποία μνημονεύσαμε προηγουμένως, δείχνουν την πίστη της Εκκλησίας, η οποία στηρίζεται τόσο στους αποκαλυπτικούς λόγους του Ιδίου του Χριστού, όσο και στην βεβαιότητα των Αποστόλων ότι θα έλθη, οπωσδήποτε, η ημέρα κατά την οποία θα γίνει η συντέλεια αυτού του κόσμου και θα έλθει ο Χριστός να κρίνει τους ανθρώπους, οι οποίοι θα έχουν αναστηθεί, αφού οι ψυχές τους θα εισέλθουν εκ νέου στα σώματα και θα παρουσιασθούν στο φοβερό βήμα του Κριτού.
Ενώ είναι βέβαιο ότι θα έλθει ο Χριστός για να κρίνει τους ανθρώπους, εν τούτοις, όπως φαίνεται στην Αγία Γραφή, είναι άγνωστη η ημέρα αυτή, η μεγάλη και επιφανής. Ο ίδιος ο Χριστός είπε στους μαθητές Του: «Περί δε της ημέρας εκείνης ή της ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ει μη ο Πατήρ» (Μάρκ. ιγ', 32). Και όταν μετά την Ανάσταση Του οι μαθητές νόμισαν ότι ήλθε η ημέρα εκείνη, Ο Χριστός ελευθερώνοντας τους από εσφαλμένες αντιλήψεις, τους είπε: «ουκ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς ους Ο πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία...» (Πράξ. α'. 7).
Βέβαια, όταν λέγει ο Χριστός ότι κανείς άλλος δεν γνωρίζει την ώρα εκείνη, εκτός από τον Πατέρα, δεν εννοεί ότι την αγνοεί και ο Ίδιος ως Θεός. Το γεγονός είναι ότι οι άνθρωποι και οι άγγελοι την αγνοούν. Αλλά όσα γνωρίζει ο Πατήρ γνωρίζει και ο Υιός. Ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος, ερμηνεύοντας αυτό το γεγονός, λέγει: «ουδείς οίδεν ει μη μόνη η Αγία Τριάς, η μία και αδιαίρετος Θεότης». Ο Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, που έχουν κοινή ουσία και φύση, γνωρίζουν την ώρα που θα γίνει η συντέλεια του κόσμου και θα έλθει ο Χριστός. Ο λόγος του Χριστού, ότι ο Υιός αγνοεί την ώρα αυτή, «κατά την της ανθρωπότητας αυτού φύσιν είπεν άγνοειν, ου κατά την της Θεότητας». Δηλαδή, εδώ ο Χριστός αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση και όχι στην Θεότητά Του, και σαφώς ήθελε να δείξη ότι το κτιστό δεν μπορεί να γνωρίζει την ώρα και την ημέρα της συντέλειας του κόσμου και της ελεύσεώς Του. Η ημέρα και η ώρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού όχι μόνον είναι άγνωστη, αλλά θα έλθει και αιφνιδιαστικά. Ο Χριστός, αποκαλύπτοντας αυτήν την αλήθεια, λέγει ότι θα γίνει κατά τον τρόπο της αστραπής. Όπως η αστραπή εμφανίζεται ξαφνικά από την μια άκρη στην άλλη, «ούτως έσται και ο υιός του ανθρώπου εν τη ημέρα αυτού» (Λουκ. ιζ', 24).
Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί άλλη εικόνα για να δείξει το αιφνίδιο της ελεύσεως του Χριστού. Η εικόνα αυτή προέρχεται από την ληστεία. Όπως ο κλέπτης δεν προειδοποιεί, αλλά εντελώς αιφνιδιαστικά εισέρχεται στο σπίτι, το ίδιο θα γίνη με την ημέρα εκείνη: «οίδατε ότι η ημέρα Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί ούτως έρχεται» (Α' Θεσ. ε'. 1-2). Κατά τον κατάλληλο καιρό «δείξει ο μακάριος και μόνος δυνάστης, ο βασιλεύς των βασιλευόντων και ο κύριος των κυριευόντων...» (Α' Τιμ. στ', 15) την ημέρα της επιφανείας Του.
Το αιφνιδιαστικό της ημέρας εκείνης φαίνεται και σε άλλα χωρία της Αγίας Γραφής. Διδάσκοντας ο Χριστός για το άγνωστο της μεγάλης ημέρας της επιφανείας Του λέγει ότι δύο άνθρωποι θα είναι στον αγρό και ο ένας θα παραληφθή ενώ ο άλλος θα αφεθεί. Δύο γυναίκες θα είναι στον μύλο και θα αλέθουν. Η μία θα παραληφθεί και η άλλη θα αφεθεί (Ματθ. κδ', 40-41).
Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος σ' αυτήν την πραγματικότητα, λέγει ότι, όσοι την ημέρα εκείνη ζουν και δεν έχουν πεθάνει, θα αλλαγούν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, όσο αρκεί για να ανοίξει και να κλείσει το βλέφαρο του ματιού. «Πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα, πάντες δε αλλαγησόμεθα. εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι» (Α' Κορ. ιε'. 51-52).
Παρά το άγνωστο και αιφνίδιο της ημέρας εκείνης, υπάρχουν μερικά γνωρίσματα, που δηλώνουν τον ερχομό της. Στην εντέλεια κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αυτό το γεγονός, αλλά κατά τον βαθμό της ετοιμότητας, της νήψεως, μπορεί να καταλάβει κανείς την κρισιμότητα των καιρών από εξωτερικά γνωρίσματα. Αυτά περιγράφονται από τον Ίδιο τον Χριστό (Ματθ. κδ').
Τα βασικά σημεία, όπως τα περιγράφει ο Χριστός, είναι ότι θα κηρυχθεί το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση, θα επικρατεί στην οικουμένη μεγάλη αποστασία των ανθρώπων και θα εμφανισθούν πολλοί ψευδοπροφήτες. Ο αντίχριστος, με τα θαύματα και τα σημεία που θα επιτελεί, θα επιδιώκει να πλανά ακόμη και τους εκλεκτούς, θα επικρατούν πόλεμοι, διωγμοί, λιμοί, σεισμοί, κ.λ.π. Πρέπει όμως να πούμε ότι και από αυτά τα γεγονότα είναι δύσκολο να κατανοηθεί το τέλος του κόσμου και η έλευση του Χριστού. Η Εκκλησία καλλιεργεί το εσχατολογικό κήρυγμα, αλλά ταυτόχρονα καθορίζει ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση να ερμηνεύονται τα γεγονότα κάθε γενεάς. Μόνον όσοι είναι φωτισμένοι και έχουν αποκάλυψη εκ μέρους του Θεού γνωρίζουν αμυδρώς ότι πρόκειται περί γεγονότων που προηγούνται της παρουσίας του Χριστού, με μοναδικό σκοπό να οδηγήσουν τον λαό στην μετάνοια και την επιστροφή στον Θεό.
Ο Απόστολος Πέτρος γράφει: «Ήξει δε η ημέρα Κυρίου» (Β' Πέτρ. γ', 10).
Ο Απόστολος Παύλος αλλού την χαρακτηρίζει ημέρα «του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α' Κορ. α'. 8), αλλού «ημέρα Χριστού» (Φιλιπ. α', 10) και αλλού ημέρα η οποία θα δηλώσει τα πάντα (Α' Κορ. γ', 13).
Ο δε Ευαγγελιστής Ιωάννης την ονομάζει ημέρα της κρίσης (Α' Ιω. δ', 17). Λέγεται ημέρα, γιατί αυτή σε σχέση με την παρούσα ζωή, που είναι σκότος, εκφράζει μια νέα πραγματικότητα. Η εικόνα της ημέρας δεν είναι άσχετη με την εικόνα του ηλίου. Επειδή ο Χριστός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης, ο Οποίος τότε θα εμφανιστεί, γι' αυτό λέγεται ημέρα.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης συνδέει την ημέρα αυτή με τα έσχατα και την χαρακτηρίζει εσχάτη ημέρα. Στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο ο Ίδιος ο Χριστός κάνει λόγο για την εσχάτη ημέρα. Σε ένα σημείο λέγει ότι θα αναστήσει τον άνθρωπο «εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιω. στ'. 39), και σε άλλο ότι ο λόγος Του θα κρίνει τους ανθρώπους «εν τη εσχάτη ημέρα» (Ιω. ιβ', 48). Εδώ η λέξη ημέρα, που συνδέεται με το εσχάτη, δείχνει περισσότερο την τελευταία ημέρα πριν την έναρξη της Βασιλείας του Θεού. Οπότε συνδέεται περισσότερο με το τέλος της παρούσης ζωής.
Η ημέρα του Κυρίου συνδέεται αναπόσπαστα με την παρουσία του Χριστού. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο χρησιμοποιούνται και άλλες εκφράσεις για να δηλώσουν αυτήν την πραγματικότητα. Χαρακτηρίζεται ως ημέρα της επιφανείας της δόξης του Θεού (Τιτ. 6', 13). Επίσης λέγεται ημέρα «της επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α' Τιμ. στ', 14). Άλλοτε συνδέεται με την λέξη παρουσία, γιατί θα παραστεί ο Χριστός. Οι μαθητές ρώτησαν τον Χριστό: «και τι το σημείον της σής παρουσίας και της συντέλειας του αιώνος;» (Ματθ. κδ', 3). Κατά την ημέρα εκείνη θα γίνει η αποκάλυψη της δόξης του Θεού και όλοι οι άνθρωποι, και αυτοί που την αγνοούσαν προηγουμένως, θα την δουν. Ο Απόστολος Πέτρος κάνει λόγο για την αποκάλυψη της δόξης του Θεού. (Α' Πέτρ. δ', 13) και ο Απόστολος Παύλος για την αποκάλυψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού «απ’ ουρανού μετ' αγγέλων δυνάμεων αυτού» (Β' θεσ. α', 7).
Τα χωρία αυτά. τα οποία μνημονεύσαμε προηγουμένως, δείχνουν την πίστη της Εκκλησίας, η οποία στηρίζεται τόσο στους αποκαλυπτικούς λόγους του Ιδίου του Χριστού, όσο και στην βεβαιότητα των Αποστόλων ότι θα έλθη, οπωσδήποτε, η ημέρα κατά την οποία θα γίνει η συντέλεια αυτού του κόσμου και θα έλθει ο Χριστός να κρίνει τους ανθρώπους, οι οποίοι θα έχουν αναστηθεί, αφού οι ψυχές τους θα εισέλθουν εκ νέου στα σώματα και θα παρουσιασθούν στο φοβερό βήμα του Κριτού.
Ενώ είναι βέβαιο ότι θα έλθει ο Χριστός για να κρίνει τους ανθρώπους, εν τούτοις, όπως φαίνεται στην Αγία Γραφή, είναι άγνωστη η ημέρα αυτή, η μεγάλη και επιφανής. Ο ίδιος ο Χριστός είπε στους μαθητές Του: «Περί δε της ημέρας εκείνης ή της ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ει μη ο Πατήρ» (Μάρκ. ιγ', 32). Και όταν μετά την Ανάσταση Του οι μαθητές νόμισαν ότι ήλθε η ημέρα εκείνη, Ο Χριστός ελευθερώνοντας τους από εσφαλμένες αντιλήψεις, τους είπε: «ουκ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς ους Ο πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία...» (Πράξ. α'. 7).
Βέβαια, όταν λέγει ο Χριστός ότι κανείς άλλος δεν γνωρίζει την ώρα εκείνη, εκτός από τον Πατέρα, δεν εννοεί ότι την αγνοεί και ο Ίδιος ως Θεός. Το γεγονός είναι ότι οι άνθρωποι και οι άγγελοι την αγνοούν. Αλλά όσα γνωρίζει ο Πατήρ γνωρίζει και ο Υιός. Ο άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος, ερμηνεύοντας αυτό το γεγονός, λέγει: «ουδείς οίδεν ει μη μόνη η Αγία Τριάς, η μία και αδιαίρετος Θεότης». Ο Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, που έχουν κοινή ουσία και φύση, γνωρίζουν την ώρα που θα γίνει η συντέλεια του κόσμου και θα έλθει ο Χριστός. Ο λόγος του Χριστού, ότι ο Υιός αγνοεί την ώρα αυτή, «κατά την της ανθρωπότητας αυτού φύσιν είπεν άγνοειν, ου κατά την της Θεότητας». Δηλαδή, εδώ ο Χριστός αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση και όχι στην Θεότητά Του, και σαφώς ήθελε να δείξη ότι το κτιστό δεν μπορεί να γνωρίζει την ώρα και την ημέρα της συντέλειας του κόσμου και της ελεύσεώς Του. Η ημέρα και η ώρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού όχι μόνον είναι άγνωστη, αλλά θα έλθει και αιφνιδιαστικά. Ο Χριστός, αποκαλύπτοντας αυτήν την αλήθεια, λέγει ότι θα γίνει κατά τον τρόπο της αστραπής. Όπως η αστραπή εμφανίζεται ξαφνικά από την μια άκρη στην άλλη, «ούτως έσται και ο υιός του ανθρώπου εν τη ημέρα αυτού» (Λουκ. ιζ', 24).
Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί άλλη εικόνα για να δείξει το αιφνίδιο της ελεύσεως του Χριστού. Η εικόνα αυτή προέρχεται από την ληστεία. Όπως ο κλέπτης δεν προειδοποιεί, αλλά εντελώς αιφνιδιαστικά εισέρχεται στο σπίτι, το ίδιο θα γίνη με την ημέρα εκείνη: «οίδατε ότι η ημέρα Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί ούτως έρχεται» (Α' Θεσ. ε'. 1-2). Κατά τον κατάλληλο καιρό «δείξει ο μακάριος και μόνος δυνάστης, ο βασιλεύς των βασιλευόντων και ο κύριος των κυριευόντων...» (Α' Τιμ. στ', 15) την ημέρα της επιφανείας Του.
Το αιφνιδιαστικό της ημέρας εκείνης φαίνεται και σε άλλα χωρία της Αγίας Γραφής. Διδάσκοντας ο Χριστός για το άγνωστο της μεγάλης ημέρας της επιφανείας Του λέγει ότι δύο άνθρωποι θα είναι στον αγρό και ο ένας θα παραληφθή ενώ ο άλλος θα αφεθεί. Δύο γυναίκες θα είναι στον μύλο και θα αλέθουν. Η μία θα παραληφθεί και η άλλη θα αφεθεί (Ματθ. κδ', 40-41).
Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος σ' αυτήν την πραγματικότητα, λέγει ότι, όσοι την ημέρα εκείνη ζουν και δεν έχουν πεθάνει, θα αλλαγούν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, όσο αρκεί για να ανοίξει και να κλείσει το βλέφαρο του ματιού. «Πάντες μεν ου κοιμηθησόμεθα, πάντες δε αλλαγησόμεθα. εν ατόμω, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι» (Α' Κορ. ιε'. 51-52).
Παρά το άγνωστο και αιφνίδιο της ημέρας εκείνης, υπάρχουν μερικά γνωρίσματα, που δηλώνουν τον ερχομό της. Στην εντέλεια κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αυτό το γεγονός, αλλά κατά τον βαθμό της ετοιμότητας, της νήψεως, μπορεί να καταλάβει κανείς την κρισιμότητα των καιρών από εξωτερικά γνωρίσματα. Αυτά περιγράφονται από τον Ίδιο τον Χριστό (Ματθ. κδ').
Τα βασικά σημεία, όπως τα περιγράφει ο Χριστός, είναι ότι θα κηρυχθεί το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση, θα επικρατεί στην οικουμένη μεγάλη αποστασία των ανθρώπων και θα εμφανισθούν πολλοί ψευδοπροφήτες. Ο αντίχριστος, με τα θαύματα και τα σημεία που θα επιτελεί, θα επιδιώκει να πλανά ακόμη και τους εκλεκτούς, θα επικρατούν πόλεμοι, διωγμοί, λιμοί, σεισμοί, κ.λ.π. Πρέπει όμως να πούμε ότι και από αυτά τα γεγονότα είναι δύσκολο να κατανοηθεί το τέλος του κόσμου και η έλευση του Χριστού. Η Εκκλησία καλλιεργεί το εσχατολογικό κήρυγμα, αλλά ταυτόχρονα καθορίζει ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση να ερμηνεύονται τα γεγονότα κάθε γενεάς. Μόνον όσοι είναι φωτισμένοι και έχουν αποκάλυψη εκ μέρους του Θεού γνωρίζουν αμυδρώς ότι πρόκειται περί γεγονότων που προηγούνται της παρουσίας του Χριστού, με μοναδικό σκοπό να οδηγήσουν τον λαό στην μετάνοια και την επιστροφή στον Θεό.
Αποτελεί, επομένως, πεποίθηση της Εκκλησίας ότι ο Χριστός πρόκειται να έλθει πάλι για να κρίνει τους ανθρώπους, αλλά όμως είναι άγνωστη αυτή η ημέρα και ώρα. Μόνον όσοι έχουν φωτισμένο νου μπορούν αμυδρώς να γνωρίζουν από τα διάφορα γεγονότα ότι πλησιάζουν οι ήμερες, αλλά και πάλι αγνοούν την έλευση αυτής της ημέρας, κατά την ρητή βεβαίωση του Χριστού. Γι' αυτό στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποφεύγουμε να καθορίζουμε χρόνους και καιρούς, κατά τους οποίους νομίζουμε ότι θα συμβούν αυτά τα εσχατολογικά γεγονότα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κινούνται και οι άγιοι Πατέρες.
Στην συνέχεια θα αναφέρουμε μερικά σημεία από την πατερική διδαχή, πολύ ενδεικτικά.
Πρώτον
Πρώτον
Ο λόγος για την κρίση των ανθρώπων, που θα επακολουθήσει της ελεύσεως του Χριστού, είναι «δυσερμήνευτος», κατά τον άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο, γιατί δεν πρόκειται για γεγονότα παρόντα και βλεπόμενα, αλλά για μελλοντικά και αόρατα. Γι’ αυτό, εκείνοι που ομιλούν και εκείνοι που ακούν έχουν ανάγκη πολλής προσευχής, πολλής σπουδής, πολλής καθαρότητας του νοός. Και αυτό είναι απαραίτητο, ώστε όσοι ομιλούν να τα γνωρίζουν καλά, όσοι δε ακούν να μπορέσουν να τα ακούν συνετώς.
Ο λόγος αυτός του αγίου Συμεών του νέου θεολόγου, που θα τον υπενθυμίσουμε και αργότερα, όταν θα αναφερθούμε στο μελλοντικό δικαστήριο, που θα στηθεί με την έλευση του Χριστού, έχει αρκετό ενδιαφέρον, γιατί γίνονται πολλά λάθη ως προς το θέμα αυτό.
Ο λόγος αυτός του αγίου Συμεών του νέου θεολόγου, που θα τον υπενθυμίσουμε και αργότερα, όταν θα αναφερθούμε στο μελλοντικό δικαστήριο, που θα στηθεί με την έλευση του Χριστού, έχει αρκετό ενδιαφέρον, γιατί γίνονται πολλά λάθη ως προς το θέμα αυτό.
Υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν για τα εσχατολογικά γεγονότα αρκετά ανθρωποκεντρικά και διαστρέφουν εν πολλοίς τα χωρία της Γραφής και των Πατέρων, και έτσι δημιουργούν πλάνες, αλλά και απελπισία στους ανθρώπους. Όπως υπάρχουν άλλοι που τον λόγο των Γραφών και των Πατέρων τον αντιλαμβάνονται κατά τις αντιλήψεις τους. Γι' αυτό χρειάζεται πνευματική σύνεση, πολλή διάκριση για να γίνει κατανοητός ο λόγος αυτός και να οδηγήσει σε μετάνοια. Γιατί, ό,τι οδηγεί σε ψυχολογικό φόβο και κατά άνθρωπο απόγνωση δεν είναι Ορθόδοξο. Αντίθετα, το αληθινό και Ορθόδοξο οδηγεί τον άνθρωπο, δια του πνευματικού φόβου, στην κατά Θεόν ελπίδα, στην μετάνοια και την προσευχή.
Δεύτερον
Δεύτερον
Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος λέγει ότι η ημέρα της ελεύσεως του Χριστού ονομάζεται ημέρα του Κυρίου, όχι γιατί είναι η τελευταία από τις επίγειες ήμερες, ούτε γιατί πρόκειται κατά την ημέρα αυτή να έλθει ο Χριστός, ούτε ακόμη γιατί την ημέρα αυτή θα γίνει η κρίση των ανθρώπων, «αλλ' επειδή αυτός ο των απάντων Θεός και δεσπότης λάμψει τηνικαύτα τη δόξη της ιδίας Θεότητας». Οπότε, η ημέρα αυτή λέγεται ημέρα Κυρίου για την λάμψη του φωτός της Θεότητας, και όχι για μια απλή παρουσία.
Όπως κατά την διάρκεια της ημέρας όλα τα αστέρια σβήνουν από την λάμψη του αισθητοί ήλιου, το ίδιο θα συμβεί και κατά την ημέρα εκείνη. Όλα τα ορατά θα υποχωρήσουν και θα δώσουν τόπο στον ποιητή του ουρανού και της γης. Και αυτός που τώρα είναι σε όλους αόρατος, τότε θα είναι ο μόνος «ημέρα τε και Θεός». Και έτσι για τους αγίους θα είναι ημέρα αϊδίου χαρμάνης. Για τους αμαρτωλούς, οι όποιοι δεν είδαν αυτό το φως στην ζωή τους δια της καθάρσεως ο Χριστός θα είναι απρόσιτος και στο μέλλον.
Τρίτον
Όπως κατά την διάρκεια της ημέρας όλα τα αστέρια σβήνουν από την λάμψη του αισθητοί ήλιου, το ίδιο θα συμβεί και κατά την ημέρα εκείνη. Όλα τα ορατά θα υποχωρήσουν και θα δώσουν τόπο στον ποιητή του ουρανού και της γης. Και αυτός που τώρα είναι σε όλους αόρατος, τότε θα είναι ο μόνος «ημέρα τε και Θεός». Και έτσι για τους αγίους θα είναι ημέρα αϊδίου χαρμάνης. Για τους αμαρτωλούς, οι όποιοι δεν είδαν αυτό το φως στην ζωή τους δια της καθάρσεως ο Χριστός θα είναι απρόσιτος και στο μέλλον.
Τρίτον
Στην Αγία Γραφή, όταν γίνεται λόγος για την έλευση του Χριστού, αναφέρονται αστραπές, νεφέλες, σάλπιγγες, θρόνοι και άλλες εικόνες. Ο άγιος Γρηγόριος Ο Παλαμάς λέγει ότι ο λόγος περί της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού είναι συγκαταβατικός. Όλα αυτά τα γεγονότα, βέβαια, υπερβαίνουν τον ανθρώπινο νου, την ανθρώπινη λογική και αίσθηση. Ο Χριστός γνωρίζει επακριβώς όλα αυτά που πρόκειται να συμβούν, αλλά όμως «συγκαταβαίνει τη δυνάμει των διδασκομένων, συμμέτρους τους λόγους αποδιδούς».
Η ανθρώπινη φύση έχει εξοικειωθεί με τα ανθρώπινα αυτά και αισθητά γεγονότα, και έτσι μπορεί να κατανοήση τα εσχατολογικά γεγονότα. Γι' αυτό και ο Χριστός από συγκατάβαση χρησιμοποιεί τέτοιες εικόνες και παραστάσεις.
Η ανθρώπινη φύση έχει εξοικειωθεί με τα ανθρώπινα αυτά και αισθητά γεγονότα, και έτσι μπορεί να κατανοήση τα εσχατολογικά γεγονότα. Γι' αυτό και ο Χριστός από συγκατάβαση χρησιμοποιεί τέτοιες εικόνες και παραστάσεις.
Θα υπάρχει, βέβαια, κρίση, θα υπάρχει ευφροσύνη των δικαίων και οδύνη των αμαρτωλών, θα υπάρχει Κόλαση και Παράδεισος, αλλά αυτά δεν θα είναι αισθητά, αφού ξέρουμε πολύ καλά από την πατερική παράδοση ότι δεν πρόκειται περί κτιστών πραγμάτων. Ακόμη και το πυρ της Κολάσεως δεν είναι κτιστό και αισθητό, αλλά άκτιστο.
Τέταρτον
Τέταρτον
Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού αντιπαρατίθεται προς την πρώτη παρουσία Του. Όταν ομιλούμε για Πρώτη Παρουσία, εννοούμε την ενανθρώπηση του Χριστού και όταν κάνουμε λόγο για την Δευτέρα Παρουσία, εννοούμε την έλευση του Χριστού για να κρίνει τους ανθρώπους. Υπάρχει δε σαφής διαφορά μεταξύ Πρώτης και Δευτέρας Παρουσίας.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παρουσιάζει την διαφορά μεταξύ αυτών των δύο Παρουσιών, λέγει ότι κατά την πρώτη Παρουσία κρυπτόταν η δόξα της Θεότητας Του κάτω από την σάρκα, που ανέλαβε από μας και για την σωτηρία μας... Τότε όμως, κατά την Δευτέρα Παρουσία Του, «πάσαν εκκαλύπτει την δόξαν». Τότε θα φανεί λαμπρός, περιαυγάζοντας τα πέρατα της οικουμένης με τις ακτίνες της Θεότητός Του. Και ερμηνεύοντας τον λόγο του Χριστού, «όταν έλθει ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού», λέγει ότι κατά την πρώτη έλευσή Του έφερε τους αγγέλους και περιβαλλόταν από τα αγγελικά τάγματα, αλλά αφανώς, και συγκρατούσε τον ζήλο τους, εναντίον των θεομάχων. Όμως κατά την Δευτέρα Παρουσία θα έλθει φανερά με τους αγγέλους, με όλη Του την δόξα και μεγαλοπρέπεια.
Πέμπτον
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παρουσιάζει την διαφορά μεταξύ αυτών των δύο Παρουσιών, λέγει ότι κατά την πρώτη Παρουσία κρυπτόταν η δόξα της Θεότητας Του κάτω από την σάρκα, που ανέλαβε από μας και για την σωτηρία μας... Τότε όμως, κατά την Δευτέρα Παρουσία Του, «πάσαν εκκαλύπτει την δόξαν». Τότε θα φανεί λαμπρός, περιαυγάζοντας τα πέρατα της οικουμένης με τις ακτίνες της Θεότητός Του. Και ερμηνεύοντας τον λόγο του Χριστού, «όταν έλθει ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού», λέγει ότι κατά την πρώτη έλευσή Του έφερε τους αγγέλους και περιβαλλόταν από τα αγγελικά τάγματα, αλλά αφανώς, και συγκρατούσε τον ζήλο τους, εναντίον των θεομάχων. Όμως κατά την Δευτέρα Παρουσία θα έλθει φανερά με τους αγγέλους, με όλη Του την δόξα και μεγαλοπρέπεια.
Πέμπτον
Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και η μελλοντική δίκη θα γίνει κυρίως για τους αμαρτωλούς, που ζουν μέσα στα πάθη και την αμαρτία, όχι όμως για τους άγιους, οι οποίοι από τώρα βιώνουν την Παρουσία του Χριστού. Όσοι είναι τέκνα του φωτός εκείνου και όσοι γίνονται υιοί της μελλούσης ημέρας, «επ' αυτούς η ημέρα Κυρίου ουδέποτε επελεύσεται», θα έλθει, βέβαια, ο Χριστός για να κρίνει τους ανθρώπους, αλλά αυτοί έχουν κριθεί από την ζωή αυτή και δεν θα ακολουθήσει δικαστήριο. Η παρουσία του Χριστού θα είναι υπόθεση χαράς και ευφροσύνης.
Όταν ο Χριστιανός τηρεί εν φόβω και τρόμω τις εντολές του Χριστού και ζει με μετάνοια συγγενεύει με το φως εκείνο, και έτσι στην πραγματικότητα από αυτήν ακόμη την ζωή περνά από την κρίση. Ο Θεούμενος βαπτίζεται από το θειο πυρ και το Άγιον Πνεύμα «και γίνεται όλος καθαρός, όλος αμόλυντος, υιός φωτός και ημέρας, και ουχί έκτοτε ανθρώπου θνητού». Θα παραθέσω ένα καταπληκτικό χωρίο του αγίου Συμεών του νέου θεολόγου, γιατί δεν μπορώ να το προσπεράσω ασχολίαστο, αλλά και δεν είναι δυνατόν να παρουσιασθεί με δικά μου λόγια. «Ο τοιούτος εν τη μελλούση κρίσει και δίκη ου κρίνεται, προκέκριται γαρ· ουδέ υπό του φωτός εκείνου ελέγχεται, προπεφώτισται γαρ, ουδέ εν τούτω τω πυρί εισερχόμενος δοκιμάζεται ή καίεται, προδεδοκίμασται γαρ· ουδέ ως τότε φανείσαν ημέραν Κυρίου λογίζεται, όλος γαρ εκ της ομιλίας και της συνουσίας Θεού ημέρα φαεινή και λαμπρά γέγονεν».
Ο άνθρωπος που βλέπει το φως, βαπτίζεται με το Άγιον Πνεύμα και δεν λογίζεται την ημέρα του Κυρίου, γιατί με την συνουσία του με τον Θεό, ολόκληρος είναι ημέρα φαεινή και λαμπρά. Πρέπει να σημειώσουμε την λέξη «συνουσία», που δείχνει την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Πραγματικά, αφού ολόκληρος ο άνθρωπος είναι φαεινή και λαμπρά ημέρα, αφού ολόκληρος είναι φως, δεν μπορεί να ξεχωρίσει την έλευση της ημέρας. Η ημέρα αυτή είναι δικό του υπαρξιακό γεγονός.
Όταν ο Χριστιανός τηρεί εν φόβω και τρόμω τις εντολές του Χριστού και ζει με μετάνοια συγγενεύει με το φως εκείνο, και έτσι στην πραγματικότητα από αυτήν ακόμη την ζωή περνά από την κρίση. Ο Θεούμενος βαπτίζεται από το θειο πυρ και το Άγιον Πνεύμα «και γίνεται όλος καθαρός, όλος αμόλυντος, υιός φωτός και ημέρας, και ουχί έκτοτε ανθρώπου θνητού». Θα παραθέσω ένα καταπληκτικό χωρίο του αγίου Συμεών του νέου θεολόγου, γιατί δεν μπορώ να το προσπεράσω ασχολίαστο, αλλά και δεν είναι δυνατόν να παρουσιασθεί με δικά μου λόγια. «Ο τοιούτος εν τη μελλούση κρίσει και δίκη ου κρίνεται, προκέκριται γαρ· ουδέ υπό του φωτός εκείνου ελέγχεται, προπεφώτισται γαρ, ουδέ εν τούτω τω πυρί εισερχόμενος δοκιμάζεται ή καίεται, προδεδοκίμασται γαρ· ουδέ ως τότε φανείσαν ημέραν Κυρίου λογίζεται, όλος γαρ εκ της ομιλίας και της συνουσίας Θεού ημέρα φαεινή και λαμπρά γέγονεν».
Ο άνθρωπος που βλέπει το φως, βαπτίζεται με το Άγιον Πνεύμα και δεν λογίζεται την ημέρα του Κυρίου, γιατί με την συνουσία του με τον Θεό, ολόκληρος είναι ημέρα φαεινή και λαμπρά. Πρέπει να σημειώσουμε την λέξη «συνουσία», που δείχνει την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Πραγματικά, αφού ολόκληρος ο άνθρωπος είναι φαεινή και λαμπρά ημέρα, αφού ολόκληρος είναι φως, δεν μπορεί να ξεχωρίσει την έλευση της ημέρας. Η ημέρα αυτή είναι δικό του υπαρξιακό γεγονός.
Έτσι, λοιπόν, η Δευτέρα Παρουσία θα φανεί κυρίως στους αμαρτωλούς, που έζησαν κατά την διάρκεια της παρούσης ζωής με τα πάθη και δεν τήρησαν τις εντολές του Θεού.
Για τους αγίους είναι φυσική κατάσταση, που την βιώνουν από τώρα. Βέβαια, και οι άγιοι περιμένουν την Δευτέρα έλευση του Χριστού, για να αναστηθούν και τα σώματα τους, τα οποία και τώρα ζουν την αφθαρσία, ώστε ολόκληρος ο άνθρωπος να γευθεί τα πλούσια δώρα της μεγάλης ημέρας και ενδόξου επιφανείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Επομένως, η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού είναι γεγονός αναντίρρητο, αφού μαρτυριέται από τον αποκαλυπτικό λόγο του Θεού, από την επιβεβαίωση των Αποστόλων και από τα βιώματα των αγίων, οι όποιοι από τώρα ζουν την Βασιλεία του Θεού.